Επίπλευση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επίπλευση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
flutuação, flotação, de flutuação, de flotação, flutuação de
Επίπλευση στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπλευση

βύθιση επίπλευση, επίπλευση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίπλευση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επίπεδο στα πορτογαλικά - aplanar, plaina, posição, raso, grau, alface, igual, ...
  • επίπεδος στα πορτογαλικά - raso, liso, chato, plano, chão, apartamento, alargamento, ...
  • επίπληξη στα πορτογαλικά - representante, reprimenda, repreensão, censura, reprovação, repreender
  • επίπλωση στα πορτογαλικά - móveis, mobília, mobiliário, com mobiliário, mobiliário de
Τυχαίες λέξεις
Επίπλευση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: flutuação, flotação, de flutuação, de flotação, flutuação de