Επιμένω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιμένω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
insinuar, insistir, insinue, insistem, insiste, insistimos, insisto
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμένω
επιμένω σ' έναν άλλο κόσμο, επιμένω κυριαζής στίχοι, επιμένω - χρήστος κυριαζής, επιμένω συνώνυμο, επιμένω ελληνικά, επιμένω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιμένω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιλογή στα πορτογαλικά - alternativa, opção, escolha, óptimo, opção de, a opção, opções, ...
- επιμέλεια στα πορτογαλικά - custódia, guarda, a custódia, a guarda, de custódia
- επιμήκης στα πορτογαλικά - oblongo, oblonga, oblongas, oblongos, retangular
- επιμήκυνση στα πορτογαλικά - alongamento, elongação, de alongamento, o alongamento, alongamento de
Τυχαίες λέξεις
Επιμένω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: insinuar, insistir, insinue, insistem, insiste, insistimos, insisto
Μεταφράσεις: insinuar, insistir, insinue, insistem, insiste, insistimos, insisto