Επιμονή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επιμονή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
persistência, perseverança, a perseverança, perseverance, da perseverança
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμονή
επιμονή στίχοι, επιμονή ζουγανέλη, επιμονή σου lyrics, επιμονή σου στιχοι, επιμονή σου ζουγανέλη, επιμονή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιμονή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιμελής στα πορτογαλικά - esforçado, aplicado, diligente, assíduo, dilapidado, diligentes, diligent, ...
- επιμελούμαι στα πορτογαλικά - edite, edimburgo, dez, tender, editar, epimeloumai
- επιμύθιο στα πορτογαλικά - moral, resultado, conseqüência, Aftermath, Consequências, rescaldo
- επινοητικός στα πορτογαλικά - engenhoso, resourceful, de recursos, inventivo, engenhosos
Τυχαίες λέξεις
Επιμονή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: persistência, perseverança, a perseverança, perseverance, da perseverança
Μεταφράσεις: persistência, perseverança, a perseverança, perseverance, da perseverança