Ευμετάβλητος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ευμετάβλητος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mutável, mutáveis, mutable, inconstante, instável
Ευμετάβλητος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευμετάβλητος

ευμετάβλητος/η, ευμετάβλητος λεξικο, ευμετάβλητος αγγλικα, ευμετάβλητος σημασια, ευμετάβλητοσ συνώνυμο, ευμετάβλητος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευμετάβλητος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ευλύγιστος στα πορτογαλικά - flexível, carne, ágil, limber, flexíveis, o limber
  • ευμενής στα πορτογαλικά - favorável, favorecer, favor, propício, propícia, propícias, propícios
  • ευμεταβλησία στα πορτογαλικά - evmetavlisia
  • ευνουχισμός στα πορτογαλικά - castração, a castração, de castração, da castração
Τυχαίες λέξεις
Ευμετάβλητος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mutável, mutáveis, mutable, inconstante, instável