Ευνοϊκός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ευνοϊκός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
favorável, favor, favorecer, favoráveis, propício
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευνοϊκός
ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός συνώνυμα, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευνοϊκός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ευνουχισμός στα πορτογαλικά - castração, a castração, de castração, da castração
- ευνοϊκά στα πορτογαλικά - favoravelmente, favorável, favoràvel, favoráveis, positivamente
- ευνοώ στα πορτογαλικά - favorecer, favor, favorito, favorecem, favorece, favorecer a
- ευοίωνος στα πορτογαλικά - auspicioso, auspiciosa, auspicious, auspiciosos, auspiciosas
Τυχαίες λέξεις
Ευνοϊκός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: favorável, favor, favorecer, favoráveis, propício
Μεταφράσεις: favorável, favor, favorecer, favoráveis, propício