Ευρύχωρος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ευρύχωρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
espaçoso, espaçosos, espaçosa, roomy, amplo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρύχωρος
ευρύχωρος συνώνυμα, ευρύχωρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευρύχωρος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ευρετήριο στα πορτογαλικά - índice, recorte, índices, índice de, de índice, index, do índice
- ευρύς στα πορτογαλικά - largo, extenso, espaçoso, vasto, amplo, ampla, larga, ...
- ευσέβεια στα πορτογαλικά - piedade, devoção, a piedade, religiosidade, devoto
- ευσεβής στα πορτογαλικά - religioso, pio, piedoso, piedosa, piedosos, devoto
Τυχαίες λέξεις
Ευρύχωρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: espaçoso, espaçosos, espaçosa, roomy, amplo
Μεταφράσεις: espaçoso, espaçosos, espaçosa, roomy, amplo