Ηλιόλουστος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ηλιόλουστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alegre, jovial, festivo, ensolarado, ensolarada, sol, de sol, soalheiro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλιόλουστος
ηλιόλουστος συνώνυμα, ηλιόλουστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ηλιόλουστος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ηλικίας στα πορτογαλικά - idade, anos, era, a idade, etária
- ηλικιωμένος στα πορτογαλικά - idoso, idosos, idosa, pessoas idosas, de idosos
- ημερολόγιο στα πορτογαλικά - calendário, acetinar, civil, calendário de, de calendário, agenda
- ημερομηνία στα πορτογαλικά - datar, tâmara, data, dados, data de, da data, dia
Τυχαίες λέξεις
Ηλιόλουστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: alegre, jovial, festivo, ensolarado, ensolarada, sol, de sol, soalheiro
Μεταφράσεις: alegre, jovial, festivo, ensolarado, ensolarada, sol, de sol, soalheiro