Θρεπτικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θρεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
são, nutritivo, nutritious, nutritiva, nutritivos, nutritivas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρεπτικός
θρεπτικός συνώνυμο, θρεπτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θρεπτικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θραύση στα πορτογαλικά - fenda, brecha, ruptura, quebra, quebras, a ruptura, rotura
- θραύσμα στα πορτογαλικά - frágil, respingo, lasca, farpa, fragmento, fragmento de, fragmentos, ...
- θρηνώ στα πορτογαλικά - sofrer, afligir, acabrunhar, cordeiro, desprazer, grade, lastimar, ...
- θρησκεία στα πορτογαλικά - fé, religião, reacender, a religião, da religião, religiosa
Τυχαίες λέξεις
Θρεπτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: são, nutritivo, nutritious, nutritiva, nutritivos, nutritivas
Μεταφράσεις: são, nutritivo, nutritious, nutritiva, nutritivos, nutritivas