Ιδιότροπος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ιδιότροπος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
excêntrico, bizarro, esquisito, barroco, caprichoso, extravagante, lunático, lunática, whimsical
Ιδιότροπος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιότροπος

ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ιδιότροπος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ιδιόμορφος στα πορτογαλικά - ímpar, incomparável, estranho, único, bizarro, esquisito, barroco, ...
  • ιδιότητα στα πορτογαλικά - atribuir, atributo, atributos, propriedade, imóvel, propriedades, de propriedade, ...
  • ιδού στα πορτογαλικά - olhar, ver, lo, eis, de lo, eis que
  • ιδρυτής στα πορτογαλικά - fundador, fundadora, founder, o fundador, fundador da
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότροπος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: excêntrico, bizarro, esquisito, barroco, caprichoso, extravagante, lunático, lunática, whimsical