Καινούριος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καινούριος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
novo, embora, contudo, calouro, caloiro, do caloiro, caloura, de calouro
Καινούριος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καινούριος

καινούριος πλανήτης, καινούριος ή καινούργιος, καινούριος αγρότης, καινούριοσ χρόνοσ πάλι ξημερώνει, καινούριος ανασχηματισμός κυβέρνησης, καινούριος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καινούριος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καινοτόμος στα πορτογαλικά - inovando, inovar, inovação, inovadoras, inovadora
  • καινοφανής στα πορτογαλικά - novo, nutrir, sustentar, novela, romance, nova, novos
  • καιρός στα πορτογαλικά - vez, madeira, tempo, fatigado, cansado, clima, do tempo, ...
  • κακά στα πορτογαλικά - mal, ruim, mau, má, bad
Τυχαίες λέξεις
Καινούριος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: novo, embora, contudo, calouro, caloiro, do caloiro, caloura, de calouro