Κατακτώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κατακτώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conquiste, conquistar, vencer, conquista, conquistar a, conquistar o
Κατακτώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατακτώ

κατακτώ αγγλικά, κατακτώ μετάφραση, κατακτώ english, κατακτώ συνώνυμο, κατακτω συνώνυμα, κατακτώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατακτώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κατακραυγή στα πορτογαλικά - clamor, protestos, protesto, grito, contestação
  • κατακτητής στα πορτογαλικά - conquistador, vencedor, conqueror, o conquistador, conquistadores
  • κατακυρώνω στα πορτογαλικά - agraciar, derrubar, knock down, abater, bater para baixo, derrube
  • κατακόκκινος στα πορτογαλικά - vermelho, rubro, vermelhão, Vermillion, vermilião, do vermillion, de Vermillion
Τυχαίες λέξεις
Κατακτώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: conquiste, conquistar, vencer, conquista, conquistar a, conquistar o