Κατασκευάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κατασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abranger, instituir, executar, tornar, indústria, atingir, obter, fazer, confeccionar, fabrique, faça, tocar, criar, construir, erigir, tela, fabricar, fabricam, fabrico de, o fabrico, o fabrico de
Κατασκευάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασκευάζω

κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω κοσμήματα, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω θερμοκήπιο, κατασκευάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατασκευάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καταρροή στα πορτογαλικά - catarro, o catarro, catarros, catarrh, constipação
  • κατασκήνωση στα πορτογαλικά - acampamento, campo, campo de, camp, acampamento de
  • κατασκευή στα πορτογαλικά - estrutura, teia, construção, de construção, a construção, construção de, da construção
  • κατασκευαστής στα πορτογαλικά - fabricante, fabricantes, fabricante de, fabricante do, o fabricante
Τυχαίες λέξεις
Κατασκευάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: abranger, instituir, executar, tornar, indústria, atingir, obter, fazer, confeccionar, fabrique, faça, tocar, criar, construir, erigir, tela, fabricar, fabricam, fabrico de, o fabrico, o fabrico de