Κυκλοφορία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κυκλοφορία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
circularão, traficar, tradicional, circulação, tráfego, prática, a circulação, circulação de, de circulação
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυκλοφορία
κυκλοφορία περιοδικών, κυκλοφορία του αίματος, κυκλοφορία συνώνυμα, κυκλοφορία αθλητικών εφημερίδων, κυκλοφορία πλοίων, κυκλοφορία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κυκλοφορία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κυκλικός στα πορτογαλικά - circular, circulares, circular de
- κυκλοθυμικός στα πορτογαλικά - temperamental, Moody, a Moody, melancólico
- κυκλοφοριακός στα πορτογαλικά - circulativa, circulativo, circulatório
- κυκλοφορώ στα πορτογαλικά - despedimento, vir, largar, libere, volver, passagem, descongestionar, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυκλοφορία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: circularão, traficar, tradicional, circulação, tráfego, prática, a circulação, circulação de, de circulação
Μεταφράσεις: circularão, traficar, tradicional, circulação, tráfego, prática, a circulação, circulação de, de circulação