Λαίμαργος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λαίμαργος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sedento, ávido, sequioso, avaro, avarento, cobiçoso, glutão, comilão, glutton, guloso, glutonaria
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαίμαργος
λαίμαργος βλαστός, λαίμαργος συνώνυμο, λαίμαργος συνώνυμα, λαίμαργος σκύλος, λαίμαργος μετάφραση, λαίμαργος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λαίμαργος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λίστα στα πορτογαλικά - lista, cicie, lista de, a lista, relação
- λίτρο στα πορτογαλικά - litro, litigue, litros, l, litro de
- λαβή στα πορτογαλικά - aperto, moer, gripe, maleta, manusear, manipular, manejar, ...
- λαβίδα στα πορτογαλικά - alicate, tom, pinça, pinças, tweezers, uma pinça, pinças de
Τυχαίες λέξεις
Λαίμαργος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sedento, ávido, sequioso, avaro, avarento, cobiçoso, glutão, comilão, glutton, guloso, glutonaria
Μεταφράσεις: sedento, ávido, sequioso, avaro, avarento, cobiçoso, glutão, comilão, glutton, guloso, glutonaria