Λοξά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: λοξά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
de soslaio, obliquamente, oblíqua, obliquamente para, indiretamente
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξά
χαμογελάστε λοξά, λοξά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λοξά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- λοιδορώ στα πορτογαλικά - zombar, insulto, insultar, isolador, maxilas, tolos, loucos, ...
- λοιπόν στα πορτογαλικά - bem, cisterna, bom, soldador, poços, poço, em seguida, ...
- λοξοδρομώ στα πορτογαλικά - desviar, afastar, inchamento, puro, absoluto, simples, pura, ...
- λοξοκοιτάζω στα πορτογαλικά - loxokoitazo
Τυχαίες λέξεις
Λοξά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: de soslaio, obliquamente, oblíqua, obliquamente para, indiretamente
Μεταφράσεις: de soslaio, obliquamente, oblíqua, obliquamente para, indiretamente