Μερίδα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μερίδα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
quinhão, antes, vigia, racionar, bastante, melhor, parte, muito, parcela, porção, porção de, por�o
Μερίδα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερίδα

μερίδα λαχανικών, μερίδα επενδυτή, μερίδα γύρος θερμίδες, μερίδα του λέοντος, μερίδα γραμμάρια, μερίδα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μερίδα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μεμψιμοιρώ στα πορτογαλικά - cavilar, sofisma, cavil, objeção, cavilação
  • μενεξές στα πορτογαλικά - violeta, violentamente, violet, violetas, violeta de, roxo
  • μερίδιο στα πορτογαλικά - parcela, repartir, região, salsa, plagia, desmembrar, parte, ...
  • μεραρχία στα πορτογαλικά - divisão, divisão de, repartição, a divisão, de divisão
Τυχαίες λέξεις
Μερίδα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: quinhão, antes, vigia, racionar, bastante, melhor, parte, muito, parcela, porção, porção de, por�o