Μεσάζοντας στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corretor, corretor de, corretora, broker, mediador
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας
μεσάζοντας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μεσάζοντας στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μερικώς στα πορτογαλικά - divisória, parcialmente, em parte, parte
- μερσίνη στα πορτογαλικά - Mersin, de Mersin
- μεσάζων στα πορτογαλικά - intermediário, atravessador, intermediários, middleman, intermediária
- μεσάνυχτα στα πορτογαλικά - anão, meia-noite, meia noite, meia
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: corretor, corretor de, corretora, broker, mediador
Μεταφράσεις: corretor, corretor de, corretora, broker, mediador