Μεταχειρίζομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μεταχειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tratar, tesouro, agenciar, manusear, dirigir, governar, administrar, medicar, punho, guloseima, deleite, gerir, riqueza, guiar, parlamentar, lenço, tratar a, tratá, tratam
Μεταχειρίζομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεταχειρίζομαι

μεταχειρίζομαι συνώνυμα, μεταχειρίζομαι συνώνυμο, μεταχειρίζομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μεταχειρίζομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μεταφορικός στα πορτογαλικά - metafórico, metafórica, metaphorical, metafóricas, metáfora
  • μεταχείριση στα πορτογαλικά - tratamento, parlamentar, deleite, tratar, de tratamento, o tratamento, tratamento de, ...
  • μετερίζι στα πορτογαλικά - muralha, bastião, baluarte, Bastion, reduto, O Bastion
  • μετεωρίτης στα πορτογαλικά - pedra do ar, pedra de ar, pedra difusora
Τυχαίες λέξεις
Μεταχειρίζομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: tratar, tesouro, agenciar, manusear, dirigir, governar, administrar, medicar, punho, guloseima, deleite, gerir, riqueza, guiar, parlamentar, lenço, tratar a, tratá, tratam