Μετριοπαθής στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μετριοπαθής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
moderar, comedido, brando, modelar, modelo, moderado, moderada, moderados, moderadas
Μετριοπαθής στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετριοπαθής

μετριοπαθής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μετριοπαθής στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μετρικός στα πορτογαλικά - medidor, métrico, métrica, métricas, métrica de, de métrica
  • μετριοπάθεια στα πορτογαλικά - moderação, a moderação, de moderação, moderation, da moderação
  • μετριοφροσύνη στα πορτογαλικά - simplicidade, modéstia, pudor, recato, a modéstia, humildade
  • μετριότητα στα πορτογαλικά - mediocridade, a mediocridade, mediocrity, medíocre, da mediocridade
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπαθής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: moderar, comedido, brando, modelar, modelo, moderado, moderada, moderados, moderadas