Οικιστής στα πορτογαλικά

Μετάφραση: οικιστής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
colono, colonizador, colonos, settler, de colonos
Οικιστής στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικιστής

οικιστής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οικιστής στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • οικιακός στα πορτογαλικά - doméstico, família, abóbada, casa, agregado familiar, domésticos
  • οικισμός στα πορτογαλικά - aldeias, povoado, ajuste, domiciliar, colonização, aldeia, estabelecimento, ...
  • οικιστικός στα πορτογαλικά - residencial, residential, residências, residenciais
  • οικογένεια στα πορτογαλικά - família, glória, categoria, fama, familiar, da família, a família, ...
Τυχαίες λέξεις
Οικιστής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: colono, colonizador, colonos, settler, de colonos