Οντότητα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
entidade, entidade de, entidades, entidade que, de entidade
Οντότητα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οντότητα

οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οντότητα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ονομαστός στα πορτογαλικά - famoso, famosa, famosos, famosas, célebre
  • ονοματολογία στα πορτογαλικά - nomenclatura, nomenclatura dos, nomenclatura da, nomenclatura de
  • οξείδιο στα πορτογαλικά - óxido, óxido de, de óxido, de óxido de, o óxido
  • οξικός στα πορτογαλικά - acético, ac�ico, acético a
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: entidade, entidade de, entidades, entidade que, de entidade