Παραπέμπω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παραπέμπω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
referir, remeter, encaminhar, consulte, referem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παραπέμπω
παραπέμπω στις ελληνικές καλένδες, παραπέμπω κλιση, παραπέμπω αγγλικά, παραπέμπω αόριστος, παραπέμπω συνώνυμο, παραπέμπω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παραπέμπω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παρανυχίδα στα πορτογαλικά - criminoso, felon, criminosa, foragido, delinqüente
- παραξενιά στα πορτογαλικά - esquisitice, estranheza, esquisitices, weirdness, coisas estranhas
- παραπέρα στα πορτογαλικά - mais, adicional, além, ainda mais, outro
- παραπαίω στα πορτογαλικά - solha, florença, cambalear, totter, totter do, totter da, oscilar
Τυχαίες λέξεις
Παραπέμπω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: referir, remeter, encaminhar, consulte, referem
Μεταφράσεις: referir, remeter, encaminhar, consulte, referem