Παρεμβαίνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παρεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
relação, intrometer, intervir, intervenção, intervêm, intervenha, interferir
Παρεμβαίνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρεμβαίνω

παρεμβαίνω στα αγγλικα, παρεμβαίνω αόριστος, παρεμβαίνω λεξικο, παρεμβαίνω ετυμολογια, προβαίνω συνώνυμο, παρεμβαίνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παρεμβαίνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παρελθόν στα πορτογαλικά - após, pretérito, passaporte, passado, além, a, último, ...
  • παρεμβάλλω στα πορτογαλικά - lançar, interpor, interject, interjeição
  • παρεμβολή στα πορτογαλικά - interferência, intrometer, intervir, ingerência, interferências, a interferência, de interferência
  • παρεμποδίζω στα πορτογαλικά - herde, iniba, herdar, mancar, hobble, de hobble, mancando, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρεμβαίνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: relação, intrometer, intervir, intervenção, intervêm, intervenha, interferir