Παύση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παύση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pausar, espera, pausa, padrão, suspensão, de pausa, pause, pausa de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παύση
παύση εκτοκισμού, παύση του αρχηγού αστυνομίας, παύση ποινικής δίωξης, παύση εργασιών ατομικής επιχείρησης, παύση εργασιών πτώχευσης, παύση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παύση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παχυσαρκία στα πορτογαλικά - obesidade, A obesidade, obesity, de obesidade, da obesidade
- παχύσαρκος στα πορτογαλικά - obeso, gordo, obesos, obesas, obesidade, obesa
- παύω στα πορτογαλικά - cesse, cessar, de cessar, deixam, deixem, deixarem
- πείθω στα πορτογαλικά - perseveração, persuadir, persuada, balanço, troca, convencer, convencê, ...
Τυχαίες λέξεις
Παύση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pausar, espera, pausa, padrão, suspensão, de pausa, pause, pausa de
Μεταφράσεις: pausar, espera, pausa, padrão, suspensão, de pausa, pause, pausa de