Πρήξιμο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πρήξιμο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inchamento, inchar, inchaço, edema, o inchaço, tumefacção
Πρήξιμο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρήξιμο

πρήξιμο ματιών, πρήξιμο στο στήθος, πρήξιμο στήθους, πρήξιμο στο χέρι, πρήξιμο στην εγκυμοσύνη, πρήξιμο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πρήξιμο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πρέσβης στα πορτογαλικά - embaixador, Ambassador, Embaixadora, o Embaixador, embaixador da
  • πρήζω στα πορτογαλικά - inchar, inchamento, adoçar, açucarar, bloat, inchaço, timpanismo, ...
  • πρίγκιπας στα πορτογαλικά - príncipe, primitivo, prince, o Príncipe, chefe
  • πρίζα στα πορτογαλικά - arranque, bucha, colher, peúga, rolha, tampa, soquete, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρήξιμο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inchamento, inchar, inchaço, edema, o inchaço, tumefacção