Σέρτικος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σέρτικος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rígido, rigoroso, diversos, severo, austero, sertikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σέρτικος
σέρτικος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σέρτικος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σέρνομαι στα πορτογαλικά - rastejamento, rastejar, engatinhar, arrepiar, rastreamento
- σέρνω στα πορτογαλικά - arrastar, sacar, puxar, arrasto, arraste, de arrastar, de arrasto
- σέσουλα στα πορτογαλικά - concha, pá, furo jornalístico, colher, scoop
- σήμα στα πορτογαλικά - aceno, ponto, prova, assinalar, marca, indicar, sinal, ...
Τυχαίες λέξεις
Σέρτικος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: rígido, rigoroso, diversos, severo, austero, sertikos
Μεταφράσεις: rígido, rigoroso, diversos, severo, austero, sertikos