Σούπα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σούπα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sopa, auscultar, sopa de, soup, de sopa, a sopa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σούπα
σούπα μινεστρόνε, σούπα αποτοξίνωσης, σούπα φιδέ, σούπα λαχανικών, σούπα τραχανά, σούπα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σούπα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σοφιστικέ στα πορτογαλικά - sofisticado, fuligem, sofisticada, sofisticados, sofisticadas
- σοφός στα πορτογαλικά - sabedoria, ajuizado, sábio, prudente, sensato, sábia, sábios, ...
- σούπερ στα πορτογαλικά - super, de super, O Super
- σπάζω στα πορτογαλικά - falha, rachar, romper, esperto, quebrar, quebra, rebentar, ...
Τυχαίες λέξεις
Σούπα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sopa, auscultar, sopa de, soup, de sopa, a sopa
Μεταφράσεις: sopa, auscultar, sopa de, soup, de sopa, a sopa