Στάμνα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: στάμνα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
poço, jarra, jarro, cântaro, bilha, arremessador, lançador
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στάμνα
στάμνα αιτωλοακαρνανίας, στάμνα κρουστό, σπασμένη στάμνα, στάμνα μουσικό όργανο, η στάμνα, στάμνα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στάμνα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- στάζω στα πορτογαλικά - brindar, gotejamento, pingar, pingo, gotejar, gota, trinado, ...
- στάθμη στα πορτογαλικά - plano, chão, planar, aeroplano, raso, igual, plaina, ...
- στάση στα πορτογαλικά - rolamento, postura, atitude, a atitude, atitude de, atitudes
- στάσιμος στα πορτογαλικά - estacionário, estacionária, parado, papelaria, fixa
Τυχαίες λέξεις
Στάμνα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: poço, jarra, jarro, cântaro, bilha, arremessador, lançador
Μεταφράσεις: poço, jarra, jarro, cântaro, bilha, arremessador, lançador