Στραπατσάρισμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dente, Dent, Dent A, mossa, entalhe
Στραπατσάρισμα στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα

στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στραπατσάρισμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • στραγγαλίζω στα πορτογαλικά - sufocar, engasgar, esganar, estrangule, desconhecido, abafar, estrangular, ...
  • στραμπουλίζω στα πορτογαλικά - torcer, casta, raça, retorcer, toada, carriça, melodia, ...
  • στρατάρχης στα πορτογαλικά - campo, campo de, domínio, campos, área
  • στρατήγημα στα πορτογαλικά - estratagema, artifício, stratagem, estratagemas, estratagema de
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: dente, Dent, Dent A, mossa, entalhe