Στυφός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στυφός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prostituta, acre, acrid, picante, amargo, azedo
Στυφός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυφός

στυφός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στυφός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • στυλοβάτης στα πορτογαλικά - saquear, prova, coluna, suporte, esteio, pilar, mainstay, ...
  • στυλό στα πορτογαλικά - bacia, pena, caneta, pen, caneta de, da pena
  • στυφότητα στα πορτογαλικά - afiar, afinar, aguçar, agudeza, adstringência, da adstringência, a adstringência, ...
  • στόκος στα πορτογαλικά - massa de vidraceiro, betume, putty, massa, vidraceiro
Τυχαίες λέξεις
Στυφός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prostituta, acre, acrid, picante, amargo, azedo