Συσκέπτομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: συσκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
parlamentar, conferir, comuna, município, comunidade, commune, comungar
Συσκέπτομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκέπτομαι

συσκέπτομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συσκέπτομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • συρροή στα πορτογαλικά - colecção, grupo, fartura, abundância, reunião, amontoamento, acumulação, ...
  • συρτάρι στα πορτογαλικά - gaveta, prolongar, gaveta de, de gaveta, gaveta do, gaveta da
  • συσκευάζω στα πορτογαλικά - facção, turma, bando, bloco, pacífico, cáfila, multidão, ...
  • συσκευή στα πορτογαλικά - afastar, máquina, dispositivo, aparelho, desviar, dispositivo de, do dispositivo, ...
Τυχαίες λέξεις
Συσκέπτομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: parlamentar, conferir, comuna, município, comunidade, commune, comungar