Σωματικά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σωματικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corpóreo, físico, corporal, corporais, corpo
Σωματικά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικά

σωματικά υγρά, σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα των μουσικών, σωματικά κύτταρα στο γάλα, σωματικά συμπτώματα άγχους, σωματικά συμπτώματα, σωματικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σωματικά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σωματείο στα πορτογαλικά - sociedade, comunidade, corporação, as sociedades, corporation, corporaçõ
  • σωματειακός στα πορτογαλικά - união, involuntário, somateiakos
  • σωματικός στα πορτογαλικά - físico, fotografia, física, físicas, físicos, material
  • σωματοφύλακας στα πορτογαλικά - guarda-costas, escolta, bodyguard, guarda, guarda pessoal
Τυχαίες λέξεις
Σωματικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: corpóreo, físico, corporal, corporais, corpo