Χειραγωγία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χειραγωγία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conselho, aconselhar, persuadir, manipulador, manipulador de, manipuladora, manipulator, do manipulador
Χειραγωγία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειραγωγία

χειραγωγία ορισμός, χειραγωγία στην πνευματική ζωή, χειραγωγία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χειραγωγία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χειράμαξα στα πορτογαλικά - carro, carroça, caminhão, carrinho de mão, wheelbarrow, o wheelbarrow, carro de mão
  • χειρίζομαι στα πορτογαλικά - lenço, dirigir, administrar, governar, guiar, manusear, punho, ...
  • χειραφέτηση στα πορτογαλικά - despedimento, alforria, libertação, emancipação, a emancipação, de emancipação
  • χειραφετώ στα πορτογαλικά - emanar, emancipar, enfranchise, libertar
Τυχαίες λέξεις
Χειραγωγία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: conselho, aconselhar, persuadir, manipulador, manipulador de, manipuladora, manipulator, do manipulador