Χρονιά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χρονιά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bocejo, ano, exercício, ano de, campanha
Χρονιά στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρονιά

χρονιά αλόγου, χρονιά του αλόγου 2014, χρονιά του αλόγου, χρονιά καβάφη, χρονιά πολλα, χρονιά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χρονιά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χρησιμότητα στα πορτογαλικά - utilidade, utilitário, utilitário de, de utilidade
  • χροιά στα πορτογαλικά - tez, compleição, cútis, complexion, pele
  • χρονικά στα πορτογαλικά - anais, Annals, anais de, nos anais, anales
  • χρονικογράφος στα πορτογαλικά - cronista, chronicler, historiador, cronistas
Τυχαίες λέξεις
Χρονιά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bocejo, ano, exercício, ano de, campanha