Χρονικά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χρονικά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
anais, Annals, anais de, nos anais, anales
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονικά
χρονικά επιρρήματα, χρονικά μοχλας, χρονικά δράμας, χρονικά όρια εργασίας, χρονικά μεταβαλλόμενες τιμές των μέσων, χρονικά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χρονικά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χροιά στα πορτογαλικά - tez, compleição, cútis, complexion, pele
- χρονιά στα πορτογαλικά - bocejo, ano, exercício, ano de, campanha
- χρονικογράφος στα πορτογαλικά - cronista, chronicler, historiador, cronistas
- χρονικό στα πορτογαλικά - crônica, Chronicle, crónica, Crônica da, a Crônica
Τυχαίες λέξεις
Χρονικά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: anais, Annals, anais de, nos anais, anales
Μεταφράσεις: anais, Annals, anais de, nos anais, anales