Χώρα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χώρα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
povo, nação, país, área, campo, gente, terra, países, país de, do país
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χώρα
χώρα των λωτοφάγων, χώρα από ξ, χώρα μεσσηνίας, χώρα μήλου, χώρα άνδρου, χώρα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χώρα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χώνομαι στα πορτογαλικά - insignificante, insinuar, insinue, aconchegar, snuggle, do Snuggle, is a snuggle, ...
- χώνω στα πορτογαλικά - cacete, bordão, pau, aconchegar, bengala, vara, guisado, ...
- χώρος στα πορτογαλικά - espaço, sala, quarto, câmara, porca, cobrir, telhado, ...
- ψάρι στα πορτογαλικά - peixes, apelido, pescar, peixe, animal, de peixe, de peixes, ...
Τυχαίες λέξεις
Χώρα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: povo, nação, país, área, campo, gente, terra, países, país de, do país
Μεταφράσεις: povo, nação, país, área, campo, gente, terra, países, país de, do país