Έθιμο στα ρουμανικά
Μετάφραση: έθιμο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
obicei, personalizat, personalizate, personalizată, particularizate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έθιμο
έθιμο της αγάπης, έθιμο του «κουκουμά» στη σύμη, έθιμο του μάρτη, έθιμο μάρτης, έθιμο χαρταετού, έθιμο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, έθιμο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- έδρανο στα ρουμανικά - înfăţişare, banc, taburet, rulment, lagăr, lagărului, care poartă, ...
- έθιμα στα ρουμανικά - moravuri, vamă, vamal, vamale, vamală, în vamă
- έθνος στα ρουμανικά - naţiune, națiune, națiuni, națiunii, neam, natiune
- έκβαση στα ρουμανικά - rezultat, consecinţă, rezultatul, rezultate, rezultatele, rezultatelor
Τυχαίες λέξεις
Έθιμο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: obicei, personalizat, personalizate, personalizată, particularizate
Μεταφράσεις: obicei, personalizat, personalizate, personalizată, particularizate