Αρτηριακός στα ρουμανικά
Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
arterial, arterială, arteriale, arteriala, arteriale de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρτηριακός
αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αρτηριακός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αρρώστια στα ρουμανικά - boală, boala, boli, bolii, bolilor
- αρτηρία στα ρουμανικά - arteră, artera, arterei, arterelor, artere
- αρχάγγελος στα ρουμανικά - arhanghel, Arhanghelul, Arhanghelului, archangel, Arhanghele
- αρχάριος στα ρουμανικά - începător, fondator, novice, de novice, incepator, începători
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: arterial, arterială, arteriale, arteriala, arteriale de
Μεταφράσεις: arterial, arterială, arteriale, arteriala, arteriale de