Βοηθητικός στα ρουμανικά
Μετάφραση: βοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
auxiliar, auxiliare, auxiliară, auxiliari, auxiliar de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοηθητικός
βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός στο στρατό, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικόσ χώροσ, βοηθητικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βοηθητικός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- βοήθεια στα ρουμανικά - asistent, ajutor, sprijin, sprijini, trai, ajuta, ajuta la, ...
- βοήθημα στα ρουμανικά - ajutor, de ajutor, ajutor de, ajutoarele de, a ajutorului
- βοηθός στα ρουμανικά - ajuta, ajutor, asistent, asistentul, asistent de, adjunct, de asistent
- βοηθώ στα ρουμανικά - ajutor, ajuta, ajuta la, a ajuta, de ajutor
Τυχαίες λέξεις
Βοηθητικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: auxiliar, auxiliare, auxiliară, auxiliari, auxiliar de
Μεταφράσεις: auxiliar, auxiliare, auxiliară, auxiliari, auxiliar de