Διαστολή στα ρουμανικά

Μετάφραση: διαστολή, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mărire, expansiune, extindere, extinderea, de expansiune, expansiunea
Διαστολή στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαστολή

διαστολή τραχήλου, διαστολή νερού, διαστολή κόρης ματιού, διαστολή συστολή, διαστολή συστολή νερού, διαστολή λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διαστολή στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • διασταλτός στα ρουμανικά - dilatabil
  • διασταύρωση στα ρουμανικά - joncțiune, nod, de joncțiune, jonctiune, joncțiunii
  • διαστρεβλώνω στα ρουμανικά - trunchia, denatura faptele
  • διασυρμός στα ρουμανικά - defăimării, demonizare, defaimare, denigrării, calomniere
Τυχαίες λέξεις
Διαστολή στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: mărire, expansiune, extindere, extinderea, de expansiune, expansiunea