Διοικώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: διοικώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dioiko
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διοικώ
διοικώ αρχικοι χρονοι, διοικώ συνώνυμο, διοικώ συνώνυμα, διοικώ μετάφραση, διοικώ ετυμολογία, διοικώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διοικώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- διοικητής στα ρουμανικά - comandant, comandantul, Commander, comandant de, comandantului
- διοικητικός στα ρουμανικά - administrativ, administrative, administrativă, administrativa
- διορία στα ρουμανικά - termen, termen limită, termenul, termen limită de, termenul limită
- διορίζομαι στα ρουμανικά - investi, numit, desemnat, fost numit, numit de, este numit
Τυχαίες λέξεις
Διοικώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: dioiko
Μεταφράσεις: dioiko