Εγκάθετος στα ρουμανικά
Μετάφραση: εγκάθετος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
limbă, sta, Stai, Sit, Oaspeții, Așezați
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκάθετος
εγκάθετος ορισμός, εγκάθετος λεξικό, εγκάθετος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εγκάθετος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εγγύτητα στα ρουμανικά - proximitate, proximitatea, apropierea, imediata, de proximitate
- εγείρομαι στα ρουμανικά - crește, ridica, crească, creasca, se ridice
- εγκάρδιος στα ρουμανικά - cordial, afabil, lichior, consistent, copioasă, consistente, copios, ...
- εγκέφαλος στα ρουμανικά - spirit, geniu, minte, creier, creierului, creierul, cerebrale, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκάθετος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: limbă, sta, Stai, Sit, Oaspeții, Așezați
Μεταφράσεις: limbă, sta, Stai, Sit, Oaspeții, Așezați