Επίκαιρος στα ρουμανικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
topic, topică, actualitate, locală, de actualitate
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επίκαιρος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα ρουμανικά - asalt, viol, atac, ataca, atac pe, atac de, atacul, ...
- επίθετο στα ρουμανικά - adjectiv, adjective, adjectivul, calificativul
- επίκληση στα ρουμανικά - invocare, invocarea, de invocare, invocație, invocatie
- επίκριση στα ρουμανικά - critică, critic, critici, critica, criticile, criticii
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: topic, topică, actualitate, locală, de actualitate
Μεταφράσεις: topic, topică, actualitate, locală, de actualitate