Εργολάβος στα ρουμανικά
Μετάφραση: εργολάβος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
antreprenor, contractant, contractor, contractantul, contractantului
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργολάβος
εργολάβος μου πρότεινε μίζα και του έσπασα τα μούτρα, εργολάβος οικοδομών, εργολάβοσ σπύροσ, εργολάβοσ κηδειών, εργολάβος θερμίδες, εργολάβος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εργολάβος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εργοδηγός στα ρουμανικά - patron, bătrân simpatic, gaffer, șef al unei echipe de muncitori
- εργοδότης στα ρουμανικά - patron, angajator, angajatorului, angajatorul, angajare
- εργοστάσιο στα ρουμανικά - plantă, moar, uzină, fabric, stabili, fabrică, râşniţă, ...
- ερείπια στα ρουμανικά - cadavru, ruine, ruinele, ruină, ruina, ruinelor
Τυχαίες λέξεις
Εργολάβος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: antreprenor, contractant, contractor, contractantul, contractantului
Μεταφράσεις: antreprenor, contractant, contractor, contractantul, contractantului