Ευκατάστατος στα ρουμανικά
Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bogat, bine, și, si, precum, de bine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος
ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ευκατάστατος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ευκαιρία στα ρουμανικά - ocazie, probabilitate, perspectivă, noroc, oportunitate, oportunitate de, ocazia, ...
- ευκαμψία στα ρουμανικά - flexibilitate, flexibilitatea, de flexibilitate, flexibilității, o flexibilitate
- ευκολία στα ρουμανικά - ușura, facilita, usura, a ușura, usurinta
- ευκολόπιστος στα ρουμανικά - efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bogat, bine, și, si, precum, de bine
Μεταφράσεις: bogat, bine, și, si, precum, de bine