Ικανοποίηση στα ρουμανικά
Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
satisfacţie, satisfacție, satisfacția, satisfactie, satisfactia, satisfacției
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση
ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ικανοποίηση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ιθύνω στα ρουμανικά - riglă, principiu, regulă, domni, factorii de decizie, factorii, factorilor, ...
- ικανά στα ρουμανικά - capabil, capabile, capabil să, capabilă, capabile să
- ικανοποιημένο στα ρουμανικά - satisfăcut, mulțumit, multumit, mulțumiți, îndeplinite
- ικανοποιημένος στα ρουμανικά - conținut, conținutul, continut, conținutului, de conținut
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: satisfacţie, satisfacție, satisfacția, satisfactie, satisfactia, satisfacției
Μεταφράσεις: satisfacţie, satisfacție, satisfacția, satisfactie, satisfactia, satisfacției