Καθρέφτης στα ρουμανικά

Μετάφραση: καθρέφτης, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
oglindă, Mirror, Oglinda, Oglinzi, în oglindă
Καθρέφτης στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθρέφτης

καθρέφτης αλμωπίας, καθρέπτης μπάνιου, καθρέφτης ικεα, καθρέφτης όνειρο, καθρέφτης αυτοκινήτου για μωρά, καθρέφτης λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καθρέφτης στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • καθορισμένος στα ρουμανικά - fâşie, mulţime, apus, fix, fixă, fixe, fixa, ...
  • καθοριστικός στα ρουμανικά - decisiv, determinant, factor determinant, determinantă, factor, determinante
  • καθυστέρηση στα ρουμανικά - întârziere, întârzieri, intarziere, întârzierea
  • καθυστερημένος στα ρουμανικά - retardat, întârziată, întârziat, retard, întârzierea
Τυχαίες λέξεις
Καθρέφτης στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: oglindă, Mirror, Oglinda, Oglinzi, în oglindă