Καρπός στα ρουμανικά
Μετάφραση: καρπός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fruct, rod, fructe, de fructe, fructelor, fructele
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρπός
καρπός δάφνης, καρπός χεριού, καρπός στα αγγλικά, καρπός κόλα, καρπός δρύπη, καρπός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καρπός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- καρπαζώνω στα ρουμανικά - palmă, influenta, influență, clout, o pondere
- καρποφόρος στα ρουμανικά - roditor, fructuoasă, fructuos, fructuoase, rodnică
- καρτέρι στα ρουμανικά - ambuscadă, capcană, capcana, cursă, trap, prinde
- καρτερία στα ρουμανικά - răbdare, rezistență, rezistenta, anduranță, de anduranță, anduranta
Τυχαίες λέξεις
Καρπός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fruct, rod, fructe, de fructe, fructelor, fructele
Μεταφράσεις: fruct, rod, fructe, de fructe, fructelor, fructele