Κλιμάκωση στα ρουμανικά
Μετάφραση: κλιμάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gamă, solz, escaladare, escaladarea, escaladării, escaladări, de escaladare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλιμάκωση
κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2013, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση γενικού βαθμού πρόσβασης 2012, κλιμάκωση συνώνυμο, κλιμάκωση βαθμού πρόσβασης 2011, κλιμάκωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κλιμάκωση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κλητεύω στα ρουμανικά - citație, citatie, citații, somație, citare
- κλικ στα ρουμανικά - clic, click, Faceți clic, Faceți clic pe, apasă
- κλιμακώνομαι στα ρουμανικά - escaladează, escaladeaza, escaladării, se agravează, agravează
- κλινική στα ρουμανικά - policlinic, clinică, clinica, clinica de, clinicii, clinic
Τυχαίες λέξεις
Κλιμάκωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: gamă, solz, escaladare, escaladarea, escaladării, escaladări, de escaladare
Μεταφράσεις: gamă, solz, escaladare, escaladarea, escaladării, escaladări, de escaladare