Κυριολεκτικά στα ρουμανικά
Μετάφραση: κυριολεκτικά, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
literalmente, literal, propriu, la propriu, efectiv
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυριολεκτικά
κυριολεκτικά english, κυριολεκτικά μετάφραση, κυριολεκτικά τρομακτικεσ οι νέες φωτογραφιεσ της νανάς καραγιάννη, κυριολεκτικά λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κυριολεκτικά στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κυριαρχία στα ρουμανικά - suveranitate, sferă, cartier, supremaţie, suveranitatea, suveranității, suveranitatii, ...
- κυριαρχώ στα ρουμανικά - subjuga, învinge
- κυριολεκτικός στα ρουμανικά - erată, literal, literală, literale, literala, literar
- κυριότερος στα ρουμανικά - principal, principală, principalul, principale, principala
Τυχαίες λέξεις
Κυριολεκτικά στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: literalmente, literal, propriu, la propriu, efectiv
Μεταφράσεις: literalmente, literal, propriu, la propriu, efectiv